Ανέκδοτο: Ένας ταξιτζής και ένας παπάς φτάνουν στον Άγιο Πέτρο

Ανέκδοτο: Ένας ταξιτζής και ένας παπάς φτάνουν στον Άγιο Πέτρο

Εκεί που περίμεναν στο μικρό σαλονάκι έξω από τις πύλες του παραδείσου, εμφανίζεται ο Άγιος Πέτρος που είχε αργήσει και τους φωνάζει.

– Για ελάτε. Πρώτα εσύ με τα γυαλιά.

Πάει πρώτος ο τυπάκος με τα γυαλιά και λέει στον Άγιο Πέτρο:

– Ξέρετε, Άγιέ μου, εγώ στη Γη ήμουν ταξιτζής. Δούλευα κάθε μέρα μέσα στην κίνηση στην Αθήνα. Χαμός, έτρεχα για να προλάβουν οι άνθρωποι τις δουλειές τους. Έκανα ό,τι μπορούσα και ό,τι πέρναγε από το χέρι μου και το τιμόνι για να μην μην αργήσουν

– Εντάξει, λέει ο Άγιος Πέτρος. Περνάς στον Παράδεισο, είπε και του δίνει ένα μεταξωτό χιτώνα και ένα ολόχρυσο μπαστούνι.

Ύστερα, ο Άγιος Πέτρος κοιτάζει στο σαλονάκι.

– Ο επόμενος.

Σηκώνεται ο καθώς πρέπει κύριος και αρχίζει και αυτός να διηγείται:

– Εγώ στην Γη ήμουν παπάς. Δημιούργησα μια εκκλησία από το μηδέν και κάθε Κυριακή ερχόντουσαν και υμνούσαν τον κύριο εκατοντάδες πιστοί και προσευχόμασταν μαζί… μπλα μπλα μπλα… Μόλις τελείωνε η λειτουργία εκήρυττα το Λόγο του Θεού και κάθε πιστός άκουγε με προσήλωση μπλα μπλα μπλα… και δίδασκα την πίστη από τον άμβωνα και… μπλα μπλα μπλα και ο ψάλτης… μπλα μπλα μπλα… αλλά και τις καθημερινές… μπλα μπλα μπλα…

– Εντάξει, εντάξει, με έπεισες, λέει ο Άγιος Πέτρος. Περνάς… Περνάς κι εσύ!

Χαρούμενος ο παπάς περίμενε να πάρει εκείνο που θα τον έκανε να ξεχωρίζει, ανάμεσα σε άλλους, σαν παπάς που ήταν, άνθρωπος του Θεού, και τώρα είχε έρθει στο σπίτι του θεού.

Γυρίζει ο Άγιος Πέτρος και του δίνει ένα βαμβακερό χιτώνα και ένα ξύλινο μπαστούνι. Τα ‘χασε ο Ιερέας. Τι ήταν αυτά που του έδινε; Μα, ήταν παπάς! Πως ήταν δυνατόν!

– Μα, Άγιε Πέτρο μου, είναι δυνατόν; άρχισε να διαμαρτύρεται ο παπάς. Ο Ταρίφας πήρε μεταξωτό χιτώνα κι εγώ που διέδωσα το λόγο του θεού βαμβακερό; Και, επιπλέον… μπλα μπλα μπλα… Κι όχι μόνο αυτό, μπλα μπλα μπλα… Και γιατί σ’ εκείνον έδωσες χρυσή ράβδο και σε μένα ξύλινη μία μαγκούρα; Μα γιατί;

Και απαντά ο Άγιος Πέτρος:

– Όταν εσύ λειτουργούσες στην εκκλησία όλοι κοιμόνταν με τόσο μπλα μπλα μπλα… ενώ όταν εκείνος οδηγούσε στο ταξί, όλοι προσεύχονταν!

dovites

Βάλε το email σου στην φόρμα για να λαμβάνεις τα άρθρα μας.