Ανέκδοτο: Είναι ένας ταξιτζής εξηντάρης, λίγο κουφός και παίρνει έναν πελάτη

Ανέκδοτο: Είναι ένας ταξιτζής εξηντάρης, λίγο κουφός και παίρνει έναν πελάτη

Είναι ένας ταξιτζής εξηντάρης και λίγο κουφός που σηκώνεται από το τραπεζάκι με την τέντα που είχαν στήσει και καθόντουσαν όλοι ταξιτζήδες στην πλατεία για να μην τους κατακαίει ο ήλιος.

Αφήνει το δροσιστικό του και χαιρετάει του συναδέλφους του.

– Γεια σας παιδιά. Ήρθε η ώρα να κάνω τη βάρδιά μου.

– Άντε, και μην αρχίσεις τις σφήνες! του λέει ένας από την παρέα.

– Δεν χρειάζομαι ασπιρίνες! απάντησε ο ταξιτζής μας που νόμισε πως του είπαν κάτι σχετικό.

Μπαίνει στο ταξί και δυο-τρία χιλιόμετρα παρακάτω ένας τύπος του κάνει νόημα με το χέρι να σταματήσει. Πράγματι σταματάει ο ταξιτζής και μπαίνει μέσα ο τύπος, στο σαλόνι.

– Που πηγαίνουμε; τον ρωτάει ο ταξιτζής.

Ο επιβάτης του εξήγησε που ήθελε να πάει και ποιο δρομολόγιο να ακολουθήσει. Όμως, ο ταξιτζής, δεν άκουσε και μετά από λίγο τον ρώτησε πάλι:

– Που πηγαίνουμε, κύριε;

Βάλε το email σου στην φόρμα για να λαμβάνεις τα άρθρα μας.

– Μα σας εξήγησα, κύριέ μου, διαμαρτυρήθηκε ο πελάτης και άρχισε να του λέει ξανά που να πάει και από ποιο δρόμο.

Όμως, πάλι δεν άκουσε ο ταξιτζής και τότε ο πελάτης είδε ότι συνέχιζε ευθεία και ότι δεν έστριψε από εκεί που του είχε πει.

– Κύριε, δεν στρίψατε. Κύριε, κύριε…

Αλλά χαμπάρι δεν είχε πάρει ο ταξιτζής.

Τι να κάνει άλλο πια ο πελάτης και όπως είναι από πίσω του, κάνει λίγο μπροστά και τον χτυπάει ευγενικά στον ώμο με τα δάχτυλα.

Ο ταξιτζής τινάχτηκε σαν να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Αναπήδησε στο κάθισμά του και χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου. Πέφτει πάνω σε ένα κάδο απορριμάτων, καβαλάει το πεζοδρόμιο, περνάει ξυστά από μία γριούλα, και σταματάει λίγα εκατοστά μπροστά από μία βιτρίνα σε ένα μαγαζί, όπου αν δεν είχε προλάβει να ανακτήσει το έλεγχο και να φρενάρει θα είχε χωθεί μέσα για μέσα.

Ο πελάτης πίσω, είχε πάθει την πλάκα της ζωής του και είχε χωθεί μέσα στο κάθισμα διπλωμένος σε στάση εμβρύου. Μόλις το αυτοκίνητο σταμάτησε, έβγαλε διστακτικά το κεφάλι του, να δει που βρισκόντουσαν.

Τον βλέπει ο ταξιτζής από τον καθρέφτη και γυρίζει έξαλλος και του λέει:

– Μα είσαι τρελός; Κόντεψα να πάθω καρδιακή προσβολή! Με κατατρόμαξες!

– Μα κύριε, άρχισε ο πελάτης ακόμα τρομαγμένος, Απλά, ίσα που σας ακούμπησα λίγο στον ώμο για να σας πω ότι είχατε πάρει λάθος δρόμο!

Ο ταξιτζής, αν και δεν άκουσε σχεδόν τίποτα, κατάλαβε τι είχε συμβεί και τι προσπαθούσε να του πει ο άλλος, οπότε κι εκείνος με τη σειρά του, του είπε την μαύρη άλήθεια:

– Χμ… Ναι, ε… ξέρετε, δίκιο έχετε… αλλά είναι η πρώτη μέρα που δουλεύω σήμερα ως ταξιτζής. Δεν έχω συνηθίσει να έχω ζωντανούς ανθρώπους πίσω μου. Τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια οδηγούσα νεκροφόρα!

diadrastika.com