Ανέκδοτο: Ένας νεαρός πάει σε οίκο ανοχής τεχνητής νοημοσύνης

Ανέκδοτο: Ένας νεαρός πάει σε οίκο ανοχής τεχνητής νοημοσύνης

Ένας νεαρός επισκέπτεται για πρώτη φορά ένα οίκο ανοχής όπου εκεί εργάζονται ρομποτικές γυναίκες με τεχνητή νοημοσύνη, οι οποίες σύμφωνα με την διαφήμιση δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από τις κανονικές.

Ο νεαρός, δεν το είχε κάνει ποτέ με ρομπότ και σκέφτηκε “γιατί όχι, ας δοκιμάσουμε”.

Πηγαίνει στην ρεσεψιόν όπου τον υποδέχεται μία πολύ όμορφη γυναίκα, η οποία δεν μπορούσε να καταλάβει αν ήταν κανονικός άνθρωπος ή ένα ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης.

– Δεν σας έχω ξαναδεί, του λέει. Έρχεστε για πρώτη φορά;

– Ναι, της λέει αυτός.

– Ωραία, λοιπόν, να σας κατατοπίσω. Στον πρώτο όροφο έχουμε τεχνητής νοημοσύνης γυναίκες οι οποίες δεν τις έχει αγγίζει ποτέ κανείς. Είναι ολοκαίρνουγιες και το κόστος είναι 1.500 €. Στον δεύτερο όροφο έχουμε ελαφρώς μεταχειρισμένες με 1000 €, ενώ στον τρίτο όροφο έχουμε εκείνες που συνήθως προτιμούν οι περισσότεροι με 500 €.

Οι τιμές ήταν εξωφρενικές, δεν είχε φανταστεί τέτοια νούμερα. Βγάζει ο νεαρός ό,τι χρήματα είχε στην τσέπη του, τα μετράει και μαζί με τα ψιλά βλέπει ότι συγκεντρώνει γύρω στα 48 ευρώ.

– Αυτά έχω μόνο, της λέει.

– Δυστυχώς με 48 ευρώπουλα δεν γίνεται τίποτα, του λέει εκείνη.

Βάλε το email σου στην φόρμα για να λαμβάνεις τα άρθρα μας.

Ο νεαρός ευχαρίστησε και πάνω που πάει να φύγει, η γυναίκα σκέφτηκε το κέρδος πάνω από όλα και τον φωνάζει:

– Μια στιγμή! Ξέρεις, κάτω στο υπόγειο έχουμε μια τεχνητή νοημοσύνη, την οποία έχουμε πια για την καθαριότητα. Είναι λίγο προβληματική, λόγω της χρήσης, αλλά κάνει μια χαρά τη δουλειά της.

Εντάξει λέει ο νέος και τον οδηγούν στο υπόγειο. Εκεί συναντά μια πανέμορφη κούκλα, πραγματικά δεν ξεχώριζε αν ήταν πραγματική. Εκείνη του χαμογελάει, αρχίζει να βγάζει αισθησιακά όλα όσα φόραγε και στην συνέχεια βγάζει και τα δικά του. Πάνω που πάνε να ξεκινήσουν τα σχετικά, της πέφτει κάτω το αριστερό χέρι.

– Μην α-νη-συ-χείς, του λέει εκείνη και με μια επιδέξια κίνηση ξαναβάζει το χέρι στην θέση του.

Μετά από λίγο, γντουπ, της βγαίνει και το δεξί, αλλά εκείνη ξαναβάζει το χέρι στη θέση του. Ο νεαρός είχε αρχίσει να ξενερώνει, αλλά με τα πολλά, πέφτουν στο κρεβάτι. Εκεί που πάει να βάλει το πράμα του, κλάκ, φεύγει το το δικό της.

Τρελαμένος από το φόβο του ο νεαρός πηδάει πάνω, μαζεύει τα ρούχα του, πάει στην πόρτα να φύγει, αλλά είναι κλειδωμένα. Γυρίζει, την βλέπει που σηκώνεται και έρχεται προς το μέρος του

– Έ-λα, α-γό-ρι μου. Μην φεύ-γεις τώ-ρα που έ-χω α-νά-ψει για σέ-να, του λέει.

Εκείνος σκαρφαλώνει στην ντουλάπα.

– Βοήθεια, βοήθεια, φωνάζει.

– Κα-τέ-βα κά-τω μα-νά-ρι μου να κά-νου-με τρε-λό πα-νη-γύ-ρι, του λέει εκείνη. Το συ-ναρ-μο-λό-γη-σα. Έ-λα κον-τά μου.

– Όχι, με τίποτα, της λέει αυτός. Τι το πέρασες το πουλί μου, για τον Μαγκάιβερ;