Ο γάιδαρος ενός αγρότη κλατάρει από το πολύ φόρτωμα

Είναι ένας αγρότης στο χωράφι του, σε ένα μακρινό χωριό, και όλο φορτώνει το γάιδαρό του, όταν κάποια στιγμή αυτός, γονατίζει, δεν άντεχε άλλο. Ο γάιδαρος είχε κλατάρει.

Βρε από δω… βρε από κει… Τίποτα ο γάιδαρος. Δεν συνερχόταν με τίποτα και η δουλειά είχε μείνει στη μέση. Το χωριό δεν είχε κτηνίατρο, οπότε ο αγρότης αποφασίζει να τον φορτώσει στην καρότσα και να πάει σε ένα από τα διπλανά χωριά, εκεί που θα είχε κάποιον να του πει τι να κάνει.

Πράγματι, τον φορτώνει και φεύγει. Ρωτάει στο πρώτο χωριό για κτηνίατρο. Δεν είχαν. Ρωτάει στο δεύτερο. Δεν είχαν. Φτάνει στο τρίτο χωριό και σταματάει μπροστά σε ένα συνεργείο.

— Έχετε εδώ στο χωριό κτηνίατρο; ρώτησε ο χωρικός τον μηχανικό.

— Γιατί; Τι έπαθες;

Του εξηγεί ο αγρότης και ο μηχανικός του σκάει ένα χαμόγελο.

— Φέρε εδώ τον γάιδαρο. Ξέρω τι έχει. Τα ίδια μου έχει κάνει και ο δικός μου.

— Είσαι σίγουρος ότι ξέρεις;

— Φυσικά. Κατέβασέ τον να τον βάλουμε στην ράμπα και θα δεις.

Βάλε το email σου στην φόρμα για να λαμβάνεις τα άρθρα μας.

— Μα δεν είναι αυτοκίνητο! Γάιδαρος είναι! διαμαρτύρεται ο αγρότης.

— Βρε, κατέβασέ τον, που σου λέω… επιμένει ο μηχανικός.

Κατεβάζει τον γάιδαρο ο χωρικός και ο μηχανικός οδηγεί τον γάιδαρο στη ράμπα όπου τον ανεβάζει.

— Τι θα κάνεις τώρα; ρωτάει γεμάτος απορία ο αγρότης.

Ο μηχανικός σκύβει να δει κάτω από τον γάιδαρο. Παίρνει δύο πέτρες και χτύπησε μαλακά τα “μπαλάκια” του γάιδαρου.

Δεν χρειάστηκε δεύτερη φορά και ο γάιδαρος έφυγε σφαίρα τρέχοντας από το συνεργείο μέχρι που χάθηκε.

— Τι είναι αυτό που μου έκανες άνθρωπέ μου; λέει πανικόβλητος ο αγρότης. Πως να τον φτάσω τώρα;

Και ο μηχανικός:

— Έλα γρήγορα. Ανέβα κι εσύ στη ράμπα!

Image by OpenClipart-Vectors from Pixabay